Category: αρθρακια

your articles

  • Bottoms (2023)

    Timos Grigoratos <[email protected]>8:11 μ.μ. (πριν από 0 λεπτά)
    προς εγώ

    Η Josie (Ayo Edebiri) και η PJ (Rachel Sennott), δύο μαθήτριες πανεπιστημίου – και κολλητές – οργανώνουν ένα Fight Club με ένα και μόνο σκοπό: Να γνωρίσουν τις κοπέλες που τους αρέσουν και να ανακαλύψουν το λεσβιακό σεξ. Σε αντίθεση με το Fight Club του David Fincher – όπου «ΔΕΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟ FIGHT CLUB” – η Josie και η PJ κάνουν τα πάντα για να διαδώσουν τα νέα για το δημιούργημά τους. Καθώς η ταινία εξελίσσεται, τα μέλη του fight club θα μάθουν να προστατεύουν τον εαυτό τους μέσω της αυτοάμυνας, αλλά και να διεκδικούν αυτό (ή αυτήν) που επιθυμούν. Μια coming – of – age ταινία γεμάτη γέλιο, ρομαντισμό, τρυφερότητα αλλά και πολύ… πολύ ξύλο….

    Timos Grigoratos <[email protected]>8:11 μ.μ. (πριν από 0 λεπτά)
    προς εγώ

    Η Josie (@ayoedebiri ) και η PJ (@treaclychild ), δύο μαθήτριες πανεπιστημίου – και κολλητές – οργανώνουν ένα Fight Club με ένα και μόνο σκοπό: Να γνωρίσουν τις κοπέλες που τους αρέσουν και να ανακαλύψουν το λεσβιακό σεξ. Σε αντίθεση με το Fight Club του David Fincher – όπου «ΔΕΝ ΜΙΛΑΜΕ ΓΙΑ ΤΟ FIGHT CLUB” – η Josie και η PJ κάνουν τα πάντα για να διαδώσουν τα νέα για το δημιούργημά τους. Καθώς η ταινία εξελίσσεται, τα μέλη του fight club θα μάθουν να προστατεύουν τον εαυτό τους μέσω της αυτοάμυνας, αλλά και να διεκδικούν αυτό (ή αυτήν) που επιθυμούν. Μια coming – of – age ταινία γεμάτη γέλιο, ρομαντισμό, τρυφερότητα αλλά και πολύ… πολύ ξύλο….

  • Little Miss Sunshine (2006)

    Το Little Miss Sunshine (2006) είναι μια ταινία που ευαισθητοποιεί την ψυχική υγεία και εστιάζει στην κατάθλιψη, η οποία αντανακλάται μέσα από τους χαρακτήρες του Frank (Steve Carell) και του Dwayne (Paul Dano). Οι δύο «πρωταγωνιστές» χαρακτήρες παλεύουν με την κατάθλιψη – ο καθένας για τους δικούς του λόγους – και προσπαθούν να αντεπεξέλθουν στις κακουχίες της, καθώς τα βάσανά τους τους έχουν εξουθενώσει, ιδιαίτερα τον Φρανκ. Παρόλο που, μέσω της ενσυναίσθησης και της υποστήριξης της οικογένειάς τους και της παρέας που έχουν ο ένας στον άλλον, γίνονται σε θέση να αποδεχτούν τον πόνο τους και να αγαπήσουν τον εαυτό τους για αυτό που πραγματικά είναι, μαζί με τις δυσκολίες και τις προκλήσεις που αντιμετωπίζουν.

    Η ταινία απεικονίζει τη σημασία της άνευ όρων αγάπης και τον αντίκτυπό της στην ανάρρωση από οποιαδήποτε ψυχική κατάσταση και δύσκολη κατάσταση στην οποία μπορεί να βρεθεί κάποιος. Την αγνή – αβίαστη – πραγματικότητα των ψυχικών ασθενειών διαδέχεται μια χαρούμενη και ευχάριστη ατμόσφαιρα οικογενειακού δεσμού και πολλά κωμικά μέρη. Παρά τη σκληρή αναπαράσταση του πόνου, βρίσκω την ταινία αισιόδοξη καθώς ο Ντουέιν και ο Φρανκ, σε ένα οδικό ταξίδι με την οικογένειά τους, καταφέρνουν να ξεπεράσουν τα βάσανά τους και αφού περάσουν λίγο χρόνο μαζί, μαθαίνουν να «αγαπούν και να αντιμετωπίζουν τους δαίμονές τους». Συνολικά, πιστεύω ότι είναι μια κινητήρια και εμπνευσμένη ταινία που ευαισθητοποιεί σχετικά με τις ψυχικές ασθένειες και ταυτόχρονα προσφέρει αρκετές στιγμές γέλιου. Πιστεύω ότι η απόφαση του σκηνοθέτη να επιλέξει τον Steve Carell για τον ρόλο του Frank, ενός ερωτευμένου και καταθλιπτικού μελετητή του Προυστ που προσπαθεί να αυτοκτονήσει μετά την απόρριψή του από τον μεταπτυχιακό του φοιτητή, είναι πολύ έξυπνη. Αυτό συμβαίνει επειδή, καθώς έχουμε συνδέσει τον Steve Carell με κωμικά στοιχεία και καθαρό γέλιο (δηλαδή το Γραφείο), η ταινία θέλει έξοχα να μας δείξει ότι ακόμη και ένας τύπος σαν αυτόν, μπορεί να παλέψει με σοβαρές ψυχικές καταστάσεις και ότι ο καθένας παλεύει με τις δικές του «δαίμονες».

  • 𝐊𝐈𝐍𝐃𝐒 𝐎𝐅 𝐊𝐈𝐍𝐃𝐍𝐄𝐒𝐒 (2024) (Μία ταινία του Γιώργου Λάνθιμου!)

    Ως fan των ταινιών ανθολογίας “anthology films” και των εναλλαγών black & white και πολύχρωμων σκηνών, μέσα σε αυτές, ομολογώ πως το πολυσυζητημένο και controversial Kinds of Kindness του Γιώργου Λάνθιμου, μου κέντρισε το ενδιαφέρον. Με απόλυτη σιγουριά  πάντως, μπορώ να πω πως δεν υπήρχε στιγμή κατά τη διάρκεια της ταινίας που κοίταξα την ώρα στο κινητό μου ή που σκέφτηκα «Μα καλά… πόσο έχει ακόμα… Δε βαρέθηκα καθόλου, αυτό είναι σίγουρο! Η ροή του έργου, διασπώμενη σε τρείς ιστορίες, και η κινηματογραφική «γλώσσα» του Γιώργου Λάνθιμου, πιστεύω πως δικαίως κερδίζουν το κοινό του και σίγουρα τους τοποθετούν σε ένα state αγωνίας του τι θα συμβεί στη συνέχεια ή του «Μα καλά, τι άλλο μπορεί να συμβεί». Στον κινηματογραφικό κόσμο του Λάνθιμου όμως, όλα είναι πιθανά… Σίγουρα θα έχετε φτάσει σε σημείο να πείτε «Όχι άλλο κάρβουνο», ενώ μετά από λίγο παρατηρείτε πως δεν έχετε φτάσει ούτε στα μισά της ταινίας του, βάζοντας στοίχημα με τον εαυτό σας πόσο ακόμα θα αντέξετε μέχρι το τέλος. Οφείλετε όμως να πηγαίνετε προετοιμασμένοι…

    Όσων η προσοχή διασπάται εύκολα και δυσκολεύεστε να παρακολουθήσετε μια συνεχόμενη ροή μιας τρίωρης ταινίας, πέρα από το ότι ο Scorsese δεν είναι για εσάς, θα εκτιμήσετε την σκηνοθετική πινελιά του Γ. Λάνθιμου, να διαιρέσει την ταινία σε τρείς, εντελώς διαφορετικές μεταξύ τους, ιστορίες ίσης διάρκειας. Αυτό που βρήκα πολύ ενδιαφέρον είναι πως κάθε ιστορία είναι αυτοτελής και αποτελεί ξεχωριστό κομμάτι, μη συμβάλλοντας στη συνοχή των άλλων ιστοριών. Αυτό που μου κέντρισε τον ενδιαφέρον ήταν η πολλαπλές προσωπικότητες που υιοθετούσαν οι χαρακτήρες, σε κάθε ιστορία. Το cast παραμένει ακριβώς το ίδιο σε κάθε ιστορία, ενσαρκώνοντας εντελώς διαφορετικές και πολυδιάστατες προσωπικότητες. Αυτή η τεχνική σε κρατάει ξύπνιο.

    Οι σχέσεις εξουσίας και η υποταγή σε πρόσωπα αποτελεί χαρακτηριστικό των ταινιών του (Poor Things), ενώ ωθεί αντίστοιχες συμπεριφορές αφοσίωσης και υποταγής, στα άκρα, δοκιμάζοντας τις αντοχές του κοινού. Ο Λάνθιμος τολμά να τραβήξει στα άκρα, διάφορες καταστάσεις που παρατηρούμε καθημερινά γύρω μας, στη δουλειά, στις σχέσεις μας, μέσα στην οικογένεια (Dogtooth). Αυτές του οι αναφορές του Λάνθιμου στις ταινίες του και φυσικά, ο τρόπος που τις μελετάει μπορούν κάλλιστα να χαρακτηριστούν ως κατασκευές που αναπαριστούν την κοινωνική πραγματικότητα… ωθώντας τις στα άκρα βέβαια.

    Η ταινία δεν προσπαθεί να αποδείξει τίποτα… Οι τρείς ιστορίες μας προσκαλούν στην ζωηρή φαντασία του σκηνοθέτη και μας ωθούν να την παρατηρήσουμε. Το IMDB, τα είπε όλα με μια λέξη χαρακτηρίζοντας την ταινία ως “Brainfabulous”.

    Το «στεγνό» και «σκοτεινό» χιούμορ που χρησιμοποιεί στην ταινία του, αυτό το οποίο σε κάνει να αισθάνεσαι ντροπή που γελάς, το βρίσκω σαν ένα «αντίδοτο» ενάντια στην σκληρότητα και την απανθρωπιά των χαρακτήρων του, προσφέροντας στο κοινό, μια αίσθηση «ανακούφισης» μετά από μια «άγρια» σκηνή βίας η κανιβαλισμού, προετοιμάζοντας τους για την επόμενη πράξη και λειτουργώντας ως «προοικονομία» για την «αθλιότητα» που θα επικρατήσει στα επόμενα λεπτά της ταινίας.