Author: TIMOS

  • Σκέψεις, απόψεις, ανησυχίες για το «φρέσκο» thriller του M. N. Shyamalan, “The Trap”(2024).

    Ίσως η μοναδική ταινία μέχρι στιγμής κατα την οποία παρακολουθούμε την αποστολή καταδίωξης (παγίδα) από την πλευρά του καταζητούμενου, ο οποίος θα παραβρεθεί σε μια συναυλία με την κόρη του, όπως της είχε υποσχεθεί, με προϋπόθεση να φέρει καλούς βαθμούς στο σχολείο.

    Συνήθως σε ανάλογες ταινίες, καλούμαστε να βιώσουμε την αγωνία και το άγχος του ψυχικά τραυματισμένου ταλαιπωρημένου και καταξιωμένου detective ο οποίος/α έχει αναλάβει την υπόθεση και προσπαθεί να αποδείξει την αξία του/της στο σώμα. Στην ταινία του M. Night Shyamalan όμως, καλούμαστε να βιώσουμε το άγχος και τον τρόμο στα μάτια του Serial Killer, τα οποία κορυφώνονται καθώς το FBI πλησιάζει προς την αναγνώριση του αλλά και λόγω της αγωνίας του να κρατήσει την κόρη του ασφαλή αλλά κυρίως… ανυποψίαστη. 

    Ουσιαστικά, για πρώτη φορά βλέπουμε την ανθρώπινη πλευρά του δολοφόνου, ο οποίος  – αν εξαιρέσουμε της δολοφονικές του τάσεις και τα βασανιστήρια σε ανθρώπους-  δεν παύει να είναι ένας «καλός μπαμπάς», με αξίες (σχολείο- βαθμοί) και πολλή αγάπη για τα παιδιά του! Πιστεύω ότι μέχρι τα μέσα της ταινίας, θεωρούμε οτι ο μπαμπάς είναι κάποιου είδους detective που ερευνά την υπόθεση – undercover – ή πως ο δολοφόνος ψάχνει να τον σκοτώσει, εξού και η μανία καταδίωξης του στη συναυλία. 

    Όμως, ο σκηνοθέτης παίζει με τα στερεότυπα και τις προκαταλήψεις μας, και στρέφει την προσοχή μας αλλού, με τον δολοφόνο να βρίσκεται διαρκώς κάτω από τη μύτη μας……

    Όπως και τα μέλη της οικογένειας του, έτσι κι εμείς καλούμαστε να παίξουμε το παιχνίδι του… Εντελώς ανυποψίαστοι και σοκαρισμένοι, στο τέλος ανακαλύπτουμε την αλήθεια… Την ίδια απόγνωση, αγωνία και τρόμο που βιώνουν τα μέλη της οικογένειας του, όταν έρχονται αντιμέτωποι με τον πραγματικό του εαυτό, βιώνουμε κι εμείς… σαν να είμασταν εκεί! Έτσι ο Shyamalan μας τοποθετεί μέσα στην ταινία του και μας καλεί να πρωταγωνιστήσουμε σε αυτήν, σαν να είμαστε στο ίδιο σπίτι με τον δολοφόνο. Κι αυτό χωρίς να καταλάβουμε τίποτα!!

    Ακόμα, καθώς στις περισσότερες (για να μην πω σε όλες) serial killer ταινίες, ο κατα συρροή δολοφόνος παρουσιάζεται ως ένας  αποκρουστικός άντρας με πληγές και δυσμορφίες στο πρόσωπο (π.χ. James Bond, Batman), το The Trap (2024) αποτελεί εξαίρεση στον κανόνα, με τον Shyamalan να πηγαίνει κόντρα στα στερεότυπα που το Hollywood εμπεριέχει στις ταινίες δράσης/τρόμου και πολλών άλλων genre. Συνεπώς, ο Shyamalan αντιστρέφει (ίσως και για πρώτη φορά) τους ρόλους, δίνοντας το προφίλ του δολοφόνου σε έναν, αρκετά εμφανίσιμο, ψηλό, γυμνασμένο, γοητευτικό πατέρα, ενός γλυκύτατου κοριτσιού, του οποίου θα περίμενε κανείς να αποτελεί προέκταση. Well… guess what! 

    Ο «γοητευτικός» αυτός μπαμπάς, με το μεγάλο σπίτι, το ακριβό αμάξι και φυσικά το καινούριο I-Phone με τριπλή κάμερα (αν δε κάνω λάθος), έχει κρυμμένο έναν 22χρονο φοιτητή σε ένα υπόγειο τον οποίο παρακολουθεί από το κινητό του, καθόλη τη διάρκεια της συναυλίας, όντας χαλαρός, σαν να παρακολουθεί τη γάτα του να τρώει…

    Χαρακτηριστικό παράδειγμα της φράσης «Τα φαινόμενα απατούν» αποτελεί η καινούρια ταινία του Shyamalan, ο οποίος πειραματίζεται με τις προκαταλήψεις και τα στερεότυπα που ως θύματα του Hollywood έχουμε υιοθετήσει, αντιστρέφοντας τις και προσφέροντας μας μια ανατρεπτική πλοκή που θα μας ακολουθήσει μέχρι το τέλος της ταινίας.

    Ενώ έχουμε όλα τα στοιχεία που υποδεικνύουν πως ο πρωταγωνιστής είναι ο κατα συρροή δολοφόνος – με τον σκηνοθέτη να έχει εξαντλήσει κάθε πιθανή ένδειξη που να υποδηλώνει το αντίθετο – φτάνουμε στο τέλος της ταινίας και ακόμα αδυνατούμε να πιστέψουμε πως ο «γλυκούλης», «στοργικός» μπαμπάς είναι ο δολοφόνος. Δεν ήταν λίγες οι φορές που η ταινία ουσιαστικά μας είπε κατάμουτρα πως αυτός είναι ο δολοφόνος, ενώ αν την ξαναδεί κανείς, είμαι σίγουρος πως θα το διαπιστώσει πολύ νωρίτερα καθώς είναι κάτι που φαινόταν απ´ την αρχή…

    Απλά δεν πήγαινε ο νους μας… Κι αυτό γιατί ο δολοφόνος δεν ήταν το φρικιό που κανείς θα περίμενε, άλλα αντιθέτως, ένας αρκετά εμφανίσιμος μπαμπάς, με τρόπους (well…). OUPS, Shyamalan, YOU DID IT AGAIN! 

    Επιπλέον, κάτι που με αποπροσανατόλισε από το να δω όλα τα σημάδια, ή τα «RED FLAGS» αν θέλετε, που αποδείκνυαν την ενοχή του, ήταν το γεγονός ότι ο ΙΔΙΟΣ ο δολοφόνος είναι ο πρωταγωνιστής της ταινίας. Για πρώτη φορά πιθανόν, ο σκηνοθέτης παρουσιάζει μια καταδίωξη, αλλά από την πλευρά του δολοφόνου. Συνεπώς, αυτό από μόνο του ως τεχνική, έρχεται ενάντια σε ότι έχουμε συνηθίσει, καθώς σε τέτοιου είδους ταινίες – James Bond, Jason Bourne, Taken, Transporter – και πολλές άλλες, ο πρωταγωνιστής είναι αυτός που κυνηγάει τον δολοφόνο, ο οποίος μετά από μια έντονη αποστολή καταδίωξης, καταφέρνει να τον πιάσει και τέλος καλό, όλα καλά… 

    Συνεπώς, μπορεί να έχουμε όλα τα στοιχεία που ξεδιπλώνουν το προφίλ του δολοφόνου αλλά ακόμα και τότε πολλοί θα σκεφτούν: «Ναι… αλλά ο δολοφόνος…ΠΟΙΟΣ ΕΙΝΑΙ;). 

    Και στο τέλος της ταινίας, φυσικά δημιουργούνται ερωτήματα τα οποία για πρώτη φορά ο Shyamalan θέτει, προβληματίζοντας το κοινό:

    Μπορεί ένας δολοφόνος να είναι όμορφος;

    Μπορεί ένας δολοφόνος να έχει I-Phone;

    Μπορεί, Μπορεί, Μπορεί….

    Κι όμως… μπορεί!

    Και αυτό είναι το πιο σοκαριστικό στοιχείο της ταινίας! 

    Ότι δηλαδή ο δολοφόνος βρισκόταν κάτω από τη μύτη μας εξαρχής. Το πιο τρομακτικό δε, είναι πως καθόλη τη διάρκεια της ταινίας τον ζήσαμε, τον συμπονήσαμε και το χειρότερο… ΤΟΝ ΕΜΠΙΣΤΕΥΤΗΚΑΜΕ! 

    Τον αφήσαμε να μας καθοδηγήσει, παίξαμε  το παιχνίδι του.

    Το πιο τρομακτικό τεκμήριο  λοιπόν, δεν συμπεριλήφθηκε στην ταινία, δεν μας το έδειξε… μας άφησε να το δημιουργήσουμε μόνοι μας κι αυτό είναι το γεγονός ότι εμπιστευτήκαμε έναν δολοφόνο… Έτσι, ο Shyamalan μας φέρνει αντιμέτωπους με τους εαυτούς μας και τους μεγαλύτερούς μας φόβους, παίζοντας ύπουλα και ξεγελώντας την κρίση μας! 

    Η χρυσή τομή μεταξύ της συγκεκριμένης ταινίας και των περισσότερων “villain” ταινιών, είναι η προσωπική ιστορία του δολοφόνου, του «κακού», ο οποίος/α έχει υποστεί συναισθηματική βλάβη και έχει μεγαλώσει σε κάκιστες συνθήκες, για το οποίο υπεύθυνοι είναι οι γονείς και η έλλειψη αγάπης στην πρώιμη ηλικία του – κυρίως από τη μητέρα τους. 

    Η εξιστόρηση της τραυματικής παιδικής ηλικίας του δολοφόνου συνήθως φέρει συναισθήματα συμπάθειας και λύπης απέναντι στο πρόσωπο του, ωθώντας μας να του δώσουμε «ελαφρυντικά» για τις πράξεις του ως κοινό.

    Στη συγκεκριμένη περίπτωση, ο δολοφόνος έχει υποστεί σκληρές τιμωρίες από τη μάνα του ως παιδί σε μορφή βασανιστηρίου καθώς κουβαλάει πολύ θυμό μέσα του. Αυτομάτως, η συνθήκες ανατροφής του και η αδικία που υπέστη ως παιδί μας κάνουν να μη το μισούμε τόσο…  Χαρακτηριστικό παράδειγμα ταινίας όπου «συμπαθούμε» τον δολοφόνο πιστεύω πως αποτελεί η ταινία Joker (2019)! 

    cognoscente.magazine (2024)

  • Τι κοινά μπορεί να έχει το αριστουργηματικό Dead Poet Society (1989) με το ανατρεπτικό Dangerous Minds (1995); Ποιες είναι οι ομοιότητες και οι διαφορές ανάμεσα στα δυο;

    Dangerous Minds (1995)

    Στο Dangerous Minds (1995), η Michelle Pfeiffer ενσαρκώνει το ρόλο της LouAnne, μιας πρώην Αμερικανίδας πεζοναύτη που αποφασίζει να δεχθεί την υψηλόμισθη θέση της δασκάλας σε μια απο τις πιο φτωχές και καταξιωμένες γειτονιές της California, το Belmont, στο Carlmont High School. Όντας η «νέα δασκάλα», η LouAnn θα δεχθεί έντονη κριτική αλλά και απαξιωτική συμπεριφορά από τους μαθητές της καθώς και ταπεινωτικά, σεξιστικά σχόλια, κυρίως από τα αγόρια της τάξης. Συγκεκριμένα, θα βρεθεί αντιμέτωπη με τη σκληρή και απότομη στάση των μαθητών της, που έχουν συνηθίσει κατευθείαν να «κλοτσάνε» ο,τι τους ξενίζει ή ο,τι τους τρομάζει και τους φαίνεται ξένο… το οποίο στη συγκεκριμένη περίπτωση θα είναι η ανιδιοτελής αγάπη και η φροντίδα. Επιπλέον, για πρώτη φορά στη ζωή τους, ως τάξη, θα γνωρίσουν έναν άνθρωπο που θα αναγνωρίσει τα ταλέντα και τις δυνατότητες τους και θα τους εφοδιάσει με τα απαραίτητα μέσα ώστε να τους  εξασφαλίσει ένα πιο βέβαιο μέλλον. Μοναδική προϋπόθεση, να το θέλουν και οι ίδιοι… 

    DANGEROUS MINDS, Michelle Pfeiffer, 1995, teacher

    Η έξυπνη και καινοτόμος μέθοδος της LouAnne, αποτελείται από τεχνικές καράτε και στίχους του Bob Dylan. Η επιτυχια της ως δασκάλα θα φανεί στον τρόπο με τον οποίο θα την κοιτάξουν οι μαθητές της και θα την προσεγγίσουν, μόλις αναγνωρίσουν την αξία και τις αγνές προθέσεις της. Μέσα από τον τρόπο διδασκαλίας της, τον οποίο θα εφαρμόσει για πρώτη φορά, θα ξυπνήσει την όρεξη των μαθητών της για μάθηση, η οποία, όπως θεωρώ, αντανακλά την επιθυμία τους για Ζωή, η οποία βρισκόταν βαθιά κρυμμένη μέσα τους για χρόνια…

    Dead Poets Society (1989) 

    Στο Dead Poets Society (1989), ο εκρηκτικός Robin Williams, υιοθετεί το ρόλο ενός καθηγητή  που διδάσκει σε ένα οικοτροφείο Αρρένων της Αγγλίας, στο οποίο υπήρξε παλιά μαθητής. Ο καθηγητής John Keating (Robin Williams), θα εμπνεύσει τους μαθητές του και θα ξυπνήσει το πνεύμα τους, χρησιμοποιώντας την ποίηση ως «όπλο» για μάθηση, ανάμεσα σε άλλες πρωτοποριακές μεθόδους, που το συντηρητικό σύστημα αξιών του οικοτροφείου, θα καταδικάσει και θα πολεμήσει, αψηφώντας κάθε μορφή καινοτόμας και πρωτοποριακής προσέγγισης για μάθηση.  

    Πιστεύω πως οι δύο ταινίες μοιράζονται πολλά στοιχεία και παρουσιάζουν πολλές ομοιότητες στον τρόπο που προσεγγίζουν το βασικό θέμα της ταινίας, δηλαδή την σχέση μαθητή – δασκάλου και την ικανότητα να βλέπει κανείς το «ΦΩΣ» μέσα στο σκοτάδι, παλεύοντας συνεχώς για την καλύτερη εκδοχή του, ιδίως όταν οι συνθήκες είναι αντίξοες… 

    Ομοιότητες/Διαφορές

    Και στις δυο ταινίες, πιστεύω ότι υπάρχουν ορισμένα στοιχεία και λεπτομέρειες που παραμένουν όμοια μεταξύ τους. Για παράδειγμα, και στις δύο ταινίες, μόλις οι μαθητές εμπιστευτούν και πιστέψουν στις αληθινές, αγνές προθέσεις των καθηγητών τους, θα προσπαθήσουν να τους προστατέψουν με νύχια και με δόντια από το οπισθοδρομικό και συντηρητικό σύστημα του εκάστοτε εκπαιδευτικού ιδρύματος και θα τους υπερασπιστούν όταν δημιουργηθούν αμφιβολίες από τη διεύθυνση, για τον «επαγγελματισμό» τους ως καθηγητές σχολείου. Επιπλέον, οι μαθητές θα εμπλακούν σε εξωσχολικές δραστηριότητες με τους καθηγητές τους (φαγητό σε εστιατόριο, ποίηση στη φύση) και θα έρθουν πιο κοντά μεταξύ τους. Και οι δύο ταινίες, παρότι δραματικές, περιέχουν στιγμές γέλιου και συγκίνησης, κάνοντας της ταινία πιο ανάλαφρη και ευχάριστη!

    Οι χαρακτήρες της Pfeiffer και του Williams ως καθηγητές, θα σκαρφιστούν διάφορες πρωτοποριακές και ασυνήθιστες μεθόδους διδασκαλίας, με σκοπό να τραβήξουν το ενδιαφέρον και την προσοχή των μαθητών τους, οι οποίοι δεν ικανοποιούνται εύκολα…

    Ενώ η LouAnne θα επικαλεστεί τη μουσική του Bob Dylan για να αναφερθεί στην ποίηση, την οποία συναντάει κανείς στους στίχους του Bob Dylan (όπως η ίδια πιστεύει), ο Keating θα κάνει επίκληση στην ποίηση ως απαραίτητο στοιχείο του ανθρώπινου είδους, αναφερόμενους στα λεγόμενα του Lord Byron, του Raymond Calvert και πολλών άλλων ανθρώπων, των οποίων τα λεγόμενα θεωρεί ποίηση, βγαλμένη από τη ζωή. Συγκεκριμένα, ο Keating, για να ξυπνήσει το πάθος στους μαθητές τους και να αναδείξει τη σημαντικότητα της ποίησης στη ζωή,, επικαλείται τη φράση που εν μέρη ευθύνεται για την επιτυχία της ταινίας: “We don’t live and write poetry because its cute… We live and write poetry because we are members of the human race”. 

    Καθώς στο Dead Poets Society οι μαθητές του Keating στο οικοτροφείο προέρχονται από ευκατάστατες οικογένειες και ελιτίστικο υπόβαθρο, η τάξη της LouAnne αποτελείται από παιδιά πολύ πτωχών οικογενειών με πολύ χαμηλό ή μηδαμινό μορφωτικό επίπεδο, που αδυνατούν να συντηρήσουν τα παιδιά τους, ακόμα και με τα πιο απαραίτητα εφόδια για τη ζωή τους, όπως η εκπαίδευση, η παιδεία, η ελευθερία. Κοινό γνώρισμα και των δυο ταινιών όμως, θα σταθεί το γεγονός ότι και οι δύο τάξεις, ανεξαρτήτως το status των οικογενειών τους, σχηματίζονται από παιδιά χωρίς καθόλου εκπαίδευση, κάτι που τους καθιστά ανήμπορους να υπάρξουν στον έξω κόσμο και να δημιουργήσουν μια καλή ζωή για τους ίδιους και τις οικογένειες τους. Οι τάξη όμως, θα δει την ελπίδα στο πρόσωπο των καθηγητών τους, οι οποίοι θα αγωνιστούν για να εξασφαλίσουν ένα πιο υγιές μέλλον – με περισσότερες προοπτικές – για τους μαθητές τους.


    Παρόμοιες ταινίες:

    • Les Choristes (2004)
    • The Holdovers (2023)
    • Freedom Writers (2007)
    • Good Will Hunting (1997)
    • To Sir with love (1967)
    • Stand and Deliver (1998)
    • Lean on Me (1989)
    • The Great Debaters (2007)
    • Goodbye Mr, Chips (1939)

  • Babyteeth (2019): Ωδή στην σκληρή πραγματικότητα


    Πρόκειται για ένα από τις πιο shocking ταινίες του coming- of – age genre (ταινίες ενηλικίωσης). Με «όπλο» την ωδή στην ωμή πραγματικότητα και στις τρομακτικές πτυχές, που καμια φορα την χαρακτηριζουν, το Babyteeth (2019) θα σας φέρει απέναντι στη ματαιότητα της ζωής αλλα και στη δύναμη της αγάπης, ενάντια σε κάθε  ματαιότητα…κάθε αμφιβολία για ΖΩΗ.

    Η Milla, πρόσφατα διαγνωσμένη με καρκίνο επιλέγει να ζήσει τη ζωή της όπως πραγματικά της αξίζει και να γνωρίσει για πρώτη φορά τον έρωτα, ο οποίος αντανακλάται στο πρόσωπο του 23χρονου παραβατικού Moses, ο οποίος κυνηγάει τη χαρά μέσα απο τα ναρκωτικά. Οι δυο τραυματισμένες και ταλαιπωρημένες ψυχές, θα βρουν το αποκούμπι τους ο ενας στον άλλον, καθώς θα ερωτευτούν, θα αναπτύξουν πρωτόγνωρα συναισθήματα, θα πονέσουν, θα βιώσουν, θα ζήσουν……..

    Για εμένα, το Babyteeth ανήκει στην κατηγορία των ταινιών που σου αλλάζουν την κοσμοθεωρία και τον τροπο που βλέπεις τη ζωή…